Προς μεγάλη στεναχώρια της γυναίκας μου, κάθε χρονιά έχω
προσωπικά καθιερώσει με την έλευση του νέου έτους και όταν έχει κατακάτσει η
σκόνη από όλες τις άλλες λίστες με τα καλύτερα της χρονιάς να ξεκοκαλίζω την
λίστα του 2012 του Metal Hammer και να ακούω μεταλιές nonstop για κάνα 10ήμερο. Τι να κάνουμε
όσο κι αν «ωριμάσω» το ενδιαφέρον για το
metal δεν μπορεί να
σταματήσει, αφού με στιγμάτισε ως μουσική στα τρυφερά εφηβικά μου χρόνια, όπως κάποιους άλλους το λεύκωμα της Paninni και
οι κούκλες της Bibibo. Φυσικά,
δεν είμαι στον κόσμο μου, φαντάζομαι ότι μηδαμινοελάχιστοι από σας ενδιαφέρεται για το ποιά metal άλμπουμ μου
έκαναν κλικ για το 2012. Αυτή, όμως, είναι και η καβλάντα του να έχεις blog – μπορείς να γράφεις ότι
σου κατέβει στον ακούτραφα. Ιδού λοιπόν
η προσωπική μου ανταπόκριση από το metal underground, που ακόμα βράζει και όσοι α-πιστοί προσέλθετε.
Ξεκινάω κατευθείαν από τα σκληρά για να υμνήσω την πιο
αληθινά ανίερη norwegian black metal κυκλοφορία του 2012, το εικονοκλαστικό “Libertus” των Αptorian Demon. Από την μία έχεις το
αθάνατο 90ς σκληρό, άκαμπτο και δήθεν άτεχνο αλά Darkthrone black metal και
από την άλλη κινηματογραφικά samples από καθολικούς παπάδες, ακουστικά περάσματα και κάποια
ανοικτά post-metal riffing σημεία.
Τα φωνητικά έχουν την αγαπημένη βαριά νορβηγική προφορά και οι δυναμικές των
συνθέσεων είναι αρχιτεκτονικά τοποθετημένες άψογα. Γενικότερα αυτό το άλμπουμ περικλείει
όλη αυτήν την ομορφιά μπορεί να ακτινοβολεί μες το έρεβος της αυτή η μουσική.
Για όσους βρίσκουν το ουρλιαχτό των λύκων μες το παγωμένο
δάσος το ίδιο ερεθιστικό με το κελάδημα των πουλιών την άνοιξη ας τσεκάρουν και
το εξαίσιο άλμπουμ των πολωνών Mgla. Εδώ
η αισθητική ξεφεύγει από ολομέτωπο αντιχριστιανικό κάφρικο ύφος του παλαιού black metal για
να αποδώσει ένα πιο εσωτερικό, βαθύ σκότος με μια πιο ηχοτοπιακού χαρακτήρα
μουσική που σε πνίγει. Η αλήθεια είναι ότι από ότι βλέπω πολύ προσπαθούν να παίξουν
μπάλα στο post-black metal τερέν,
αλλά οι Mgla ξεχωρίζουν άνετα από αρμονικά τέλειο, ανείπωτα μελαγχολικό
απλωτό riffing του Μ., τα δυναμικό drumming και την ισορροπημένη παραγωγή
που τους επιτρέπει να ανεβοκατεβαίνουν κλιμακωτά από τα uptempo ξεσπάσματα σε ψυχρά, μελαγχολικά μεσαίων
ταχυτήτων περάσματα που πραγματικά σε καθηλώνουν.
Για πιο
back to basics thrash/black καταστάσεις οι παλιομοδίτες Νορβηγοί Aura Noir με το πέμπτο τους άλμπουμ είναι η προφανής επιλογή για μένα που δεν
απογοητεύει. Μέσα στις καταφανείς Sodom / Slayer επιρροές υπάρχει αυτό το διεστραμμένο
δυσαρμονικό riffing του Carl-Michael Eide που δίνει ένα ιδιαίτερο προσωπικό χαρακτήρα στην old school επίθεση και έτσι δε νοιώθεις
ότι ακούς το “Eternal Devastation” πχ με γυαλατζί
παραγωγή όπως συμβαίνει με πολλές βαρετές ρέτρο-thrash κυκλοφορίες τύπου Deathhammer, Nekromantheon κτλ. Το φωνητικά εναλλάσσονται
μεταξύ Apollyon και Aggressor για περισσότερη
κάφρικη ποικιλία και το όλο στήσιμο έχει κάτι από την πρωτόλεια βαρβαρότητα
ακόμη και των Venom με κιθάρες, όμως, που
όπως προείπα παίζουν σε Voivod επίπεδα
αντισυμβατικότητας.
Περνώντας στην πολύ δημιουργική ελληνική metal σκηνή θα
σταθώ στο νεκροταφικό death metal των Θεσσαλονικών Nocturnal Vomit που με
κέρδισε αμέσως. Χωρίς να είναι ότι πιο φρέσκο και ανανεωτικό κυκλοφορεί στην death metal πιάτσα,
τα παιδία παίρνουν τη μουσική τους στα σοβαρά και μακριά από μόδες και τα
σπαστικά pro-tools στήνουν
τον δικό τους ζεστό, περίπλοκο ήχο με σαφείς αναφορές στους Morbid Angel, Obituary και
λοιπές early 90s δυνάμεις.
Τα κομμάτια φαίνονται ότι έχουν δουλευτεί πολύ για να έχουν τόσες καίριες
διακυμάνσεις από ξυστά black σημεία έως prog κοφτά μετρήματα, τα σολίδια όπου υπάρχουν είναι για βραβείο
προσωπικού ύφους και τα φωνητικά είναι ότι καλύτερο σε βόθρο έχει βγάλει η
Ελλαδίτσα ever. Το “Cursed Relics” συνολικά αποτελεί
απόδειξη όταν έχεις έμπνευση και ταλέντο μπορείς μέσα σε μια μέτρια παραγωγή να
λάμψεις σαν μια καλοδιατηρημένη
νεκροκεφαλή.
Από την άλλη, το πιο προσεγμένο ηχητικά / τεχνικά brutal death metal σκηνικό
που στήνουν οι Νεοζηλανδοί Witchrist έχει την δική του σάπια νοστιμάδα. Σε μια βαριά και ασήκωτη low-end παραγωγή που
απειλεί να σε καταπλακώσει με το βάρος της το πλέον ψυχοπιεστικό death metal αναμιγνύεται
με αργόσυρτα doom σημεία δημιουργώντας μοναδικές
εικόνες ζόφου και ψόφου. Δεν ξέρω τι ζόρια τραβάνε εκεί κάτω στην Αυστραλία και την Ν. Ζηλανδία αλλά
με μπάντες σαν δαύτες, τους Diocletian,
τους Portal και άλλους καταφέρνουν να δώσουν στο death metal μια νέα avant-garde σχεδόν
διάσταση που για μένα αποτελεί και το μέλλον αυτού του είδους συνολικότερα.
Τώρα, το πλέον avant-garde extreme metal άκουσμα και μια από τις πρόσφατες αποκαλύψεις-σοκ για το
2012 είναι το one-man project του συμπατριώτη ανώμαλιάρη Γιώργου
Ζαφειριάδη υπό το όνομα This
Ιs Past. Μιλάμε ότι η περσινή κασέτα
ήταν ότι πιο ιδιαίτερο, πρωτότυπο και ψυχωτικά
κλειστοφοβικό που κυκλοφόρησε πέρσι. Τι blackest black ever και κουραφέξαλα, THIS
IS PAST, ρε! Κατ’
αρχάς, μετά το επίσης αριστουργηματικό «Μισανθρωπία» θα περίμενες ότι θα
καθάριζε λίγο τον ήχο του, θα στρεφότανε σε πιο «ώριμα» μουσικά μονοπάτια με
καθαρά φωνητικά, λογική δομή κομματιών κτλ.
Φευ! η «Γλωσσολαλία» ακούγεται σαν το ένα ακόμη χύμα demo και αυτός ο
μουσικός κωλοπαιδισμός είναι και η μαγεία του. Ταυτόχρονα, η σπηλαιώδης, μες το
echo και
reverb
ηχογράφηση ένα σημείο που φέρνει παραδόξως τον ήχο του κοντά στο υπναγωγικές
εμμονές του avant / psych underground ενώ
ταυτόχρονα οι κιθάρες του παραμένουν κοφτερές και παγωμένες σα τα πρωτόλεια demos του Snorre των Thorns.Προσκυνώ.
Αν και σίγουρα όχι metal, άλλα λόγο εξωφύλλου και συνολικής αισθητικής άξιο προσοχής
είναι επίσης ένα άλλο ντόπιο φρούτο υπό τον τίτλο Α Day Before. Σε μια φιλόδοξη
προσπάθεια ο Γιώργος Καραλιώτης μπλέκει field recordings από την καθημερινότητα στο
λιμάνι (του Πειραιά υποθέτω) με ορθόδοξες ψαλμωδίες, πυκνές droney κιθάρες,
και ανατολίτικα περάσματα με τουμπερλέκι , μπουζούκι και ούτι. Το αποτέλεσμα
είναι ένα απόκρυφο, κινηματογραφικό ambient / psych
/ avant rock μίγμα που αν και πάσχει από πολύ μέτριο ήχο τεχνικά,
καταφέρνει να χτίσει μια υποβλητική ατμόσφαιρα. Και με αυτές τις πλάγιες
αναφορές στην στο γνώριμο ελληνικό περιβάλλον αποκτά μια εντοπιότητα που του
προσδίδει μια αυθεντική ταυτότητα. Με μια πιο επαγγελματική ηχογράφηση θα μίλαγα
για αριστούργημα. Για την ώρα μια πολύ ενδιαφέρουσα προσπάθεια.
Περνάμε τώρα στον χώρο που καλύπτει το σύγχρονο doom metal. Χοντρικά πιάνει από
πληκτικό κατ εμέ death/
doom έως
το ψυχεδελικό doom rock
που φοριέται πολύ τελευταία. Στο πιο παραδοσιακό doom metal ύφος
η κορυφή χρονιάς ήταν κατά κοινή ομολογία το ντεμπούτο των νέων αστέρων του
είδους Pallbearer από το Arkansas.
Κινούνται σε ένα (φυσικά) αργόσυρτο μοτίβο, με τις ογκώδης κιθάρες να κρατούν
πολύ όμορφες αρμονικές στο βάθος πίσω από τα δεινοσαυρικά riffs και την
προοδευτική επιρροή ακόμα και των πρόσφατων Earth περασμένη στην ουσία των συνθέσεων. Τα φωνητικά, ευτυχώς,
είναι ψηλά, καθαρά, υμνικά με έναν, όμως, αντι-περιφεξιονιστικό εξπρεσιονισμό
που τους φέρνει περιέργως, πιο κοντά με θρηνητικά indie slowcore σχήματα
όπως οι Codeine πάρα με το ηρωικό στυλ των Solitude Aeternus πχ.
Η αλήθεια είναι ότι αν και δεν μπορώ να
αναλύσω τι κάνει το “Sorrow and Extinction”
τόσο ξεχωριστό , με ένα φαινομενικά λιτό και απλό ύφος καταφέρνει να μεταφέρει
την θλίψη και την απομόνωση άμεσα στον ακροατή.
Άλλo ένα ντεμπούτο- έκπληξη που με ξετρέλανε ήταν και το
μυστηριώδες “Three and Seven”
των occult doomesters Occultation από την Νέα Υόρκη. Βασικό μέλος του ο κιθαρίστας των black metallers Negative Plane και
μεταγγίζει πολύ το από αλλόκοτο, μακάβριο ύφος τους στις πιο heavy /doom δομές των Occultation. Παράλληλα, κάτω από
τον ηθελημένα, νομίζω, lo-fi, θαμπό ήχο βρίσκεις 70’ς prog ξεδιπλώματα, horror rock ανακλάσεις
και παρανοειδή μεν κλασσικομεταλλικα δε riffs που μαζί
με τα σαγηνευτικά γυναικεία φωνητικά τους προσδίδουν αυτήν την αφανή, δυσνόητη
αύρα που δεν βρίσκεις στους πιο straight συνοδοιπόρους τους σαν τους Devil’s Blood και Ghost. Μαζί με τους γειτονάκια τους Jex Thoth αποτελούν
το πιο (δεσποτικό) μέλλον του doom rock ήχου κι γι αυτό τους εκτιμώ!
Μια ακόμη καλή doom rock επιλογή ήταν το τρίτο άλμπουμ των Witch Mountain από
το βλάχο-Oregon. Οι
κιθάρες τους είναι σχετικά βατές: αρκετά εκφραστικά bluesy leads και
ένα- δύο βασικά ρυθμικά κοψίματα παιγμένα με ένα ζεστό fuzzy ήχο που υπηρετούν
τις απλωμένες συνθέσεις. Το λαμπερό στολίδι είναι της μπάντας, όμως, είναι η Uta Plotkin. Προικισμένη με ένα αψεγάδιαστο μπαλαντοειδές Delta soul blues ηχόχρωμα
ίπταται σαν μια κολασμένη σειρήνα πάνω από τα αγόρια της μπάντας και δίνει μια
ψυχωμένη συναισθηματική παράσταση που τους απογειώνει.
Πηγαίνοντας, τώρα, στις πιο ψυχεδελικές/ space πλευρές του doom metal ήχου
παρατηρώ με χαρά ότι αυξάνονται συνεχώς οι μπάντες που ενσωματώνουν τις διδαχές
των πρωτομαστόρων της μαστούρο-heavy rock OM. Καλοί
μαθητές είναι οι Σουηδοί Hills που το δεύτερο τους άλμπουμ “Master Sleeps” το σύστησε αναγνώστης
του blog και ομολογώ με
κόλλησε και μένα. Έξυπνη μπάντα, στήνει τον ήχο της σε μια επιλαμβανόμενη κυκλωτική κρίσιμη μάζα
από φαζαρισμένες heavy κιθάρες και καλπάζοντα drums , και σε κάθε κομμάτι είναι σε θέση
να εφεύρει διαφορετικές oriental μελωδικές γραμμές που ντύνουν τις σχεδόν τύπου Faust krautrock δυναμικές
τους.
Ακόμα περισσότερο χαμένοι σε psych / space μονοπάτια παρουσιάζονται πλέον οι Bong στο
υπνωτικό δίσκο – πρότυπο για την stoner rock σκηνή “Mana – Yood Sushai”. Περιέχει δυο μισάωρα
μυστικιστικών διαστάσεων κομμάτια που κινούνται γύρω από ένα κεντρικό, μονότονο
κιθαριστικό βόμβο φαινομενικά ατελείωτο. Γύρω του κάθονται τα βαρύτονα,
τελετουργικά φωνητικά και τα βροντερά και
λίγο jazzy drums με ένα τρόπο που σε ρουφούν ακόμη πιο βαθιά στο μαύρη δίνη στην
καρδιά του ήχου τους. Το drone metal μετά τους SunnO)))
και τους OM διαθέτει ένα πιο ψευδαισθησιογόνο τρίτο πόλο.
Κλείνοντας, στον ευρύτερο stoner / psych rock χώρο, μια κατηγορία από μόνοι τους είναι η μπάντα- αποκάλυψη
του τελευταίου μήνα Goat.
To ντεμπούτο
της Σουηδικής κολεκτίβας “World Music”
έχει αφήσει άφωνο πολλούς μαθουσάλες της σκηνής και δικαίως αφού το fusion που
επιχειρούν και πρωτάκουστο και επιτυχημένο είναι. Από τη μία έχεις hard rockin solos και
βαριές μπασογραμμές και από την άλλη ένα άνοιγμα σε αυτό που λέμε ethnic μουσική
χωρίς όρια και αναστολές. Τι 60s
-70s ινδικό/πακιστανικό/βιετναμέζικο
ethnic
rock n roll,
τι 70s
disco επιρροές, τι πολυρυθμικότητες με οδηγό τον Fela Kuti, τι dub κολπάκια, τι
κρυφά θηβετιανά drone περάσματα, της sublime frequencies ο
γάμος γίνεται εδώ μέσα με παπά τους Black Sabbath και κουμπάρο τους Funkadelic. H τύπισσα στο
μικρόφωνο όπως είναι επόμενο έχει σεληνιαστεί με όλα αυτά που ακούει τους γύρω
της και ουρλιάζει εκστασιασμένα τους παγανιστικούς στίχους ενώ εσύ νομίζεις ότι
συμμετάσχεις σε ένα διονυσιακό πανηγύρι που έστησαν οι Master Musicians of Bukkake όταν
την είδαν πιο groovy τύπου και είπαν να υπογράψουν στην Not Not Fun που
έψαχνε τους επόμενους Peaking Lights. Μιλάμε για τρελό σκάλωμα.
Αυτά για φέτο παλληκάρια και κοπελιές, είθε ο θεός του metal να
μας χαρίσει και του χρόνου τόσο καλές κυκλοφορίες!