Σάββατο 27 Νοεμβρίου 2010

BILL WELLS & STEFAN SCHNEIDER - "PIANOTAPES" (2010)

Για μια ακόμη φόρα ο ταλαντούχος και πολυμήχανος Σκοτσέζος συνθέτης, ο Bill Wells, συνεργάζεται με το μέλος των To Rococo Rot, Stefan Schneider. Εδώ κυριαρχεί το πιάνο που παίζει ο Wells, οι μελωδίες που διασπείρονται μέσα στις κλίμακες, ο απλός και τόσο ζεστός αυτοσχεδιασμός, μια περίπου σπουδή ύφους, που προσωπικά μου θυμίζει έντονα τον Chris Abrahams, των αυστραλών The Necks. Τα δέκα κομμάτια που υπάρχουν εδώ, ουσιαστικά άτιτλα, απλώνονται σε χώρο και χρόνο, παίζουν με την έννοια των ήχων και της απουσίας τους, με τη μελωδία και το ρυθμό, όλα χτισμένα πάνω στο χαρακτήρα του πιάνου και η παρέμβαση του Schneider κινείτε σε ένα δεύτερο επίπεδο, σε ένα πίσω layer, σιγοντάροντας στην ουσία στην ατμόσφαιρα του όλου εγχειρήματος γεμίζοντας τον ήχο, είτε με λούπες, είτε με reverb, είτε με παραμορφώσεις (χρησιμοποιώντας ένα παλιό μηχάνημα μαγνητοταινίας reel-to-reel, με το οποίο μαγνητοφωνεί επιτόπου τα όσα παίζει ο Wells και έπειτα τα επεξεργάζεται- εξ ου και ο τίτλος του δίσκου). Το αποτέλεσμα είναι σίγουρα ατμοσφαιρικό, νωχελικό και πράο, η ηρεμία και ισορροπία επικρατούν πλήρως σε αυτή την άκρως οργανική και θερμή ηχογράφηση, ένα περίπου ambient, περίπου environmental ακουστικό χαλαρωτικό, με όλη την μαγεία της απλότητας, του αυτοσχεδιασμού, της πλήρους αποστροφής σε κάθε νόρμα.

((E A R))
((E Y E))

Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2010

EXPLODING STAR ORCHESTRA – “STARS HAVE SHAPES” (2010)

Ακολουθώ (όχι και πολύ πιστά!) την πορεία του κορνετίστα Rob Mazurek από τα 90ς όταν με τους Chicago Underground είχε παντρέψει με επιτυχία το ανερχόμενο τότε post rock του Chicago με τη πιο εξπρεσιονιστική free jazz των μεγάλων των 60ς – 70ς. Φύση ενθουσιώδης ο Mazurek, όταν οι υπόλοιποι αξιόλογοι νέοι μουσικοί της σκηνής του Chicago μείνανε από γκάζι στις αρχές του 2000, αυτός συνέχισε απτόητος με τους Underground και μέσα στο πνεύμα της νέας εποχής που σε θέλει να είσαι πιο ευέλικτος σε συνεργασίες, δημιούργησε τους Exploding Star Orchestra μια 15μελή ορχήστρα με τους καλύτερους post – jazz παίκτες του Chicago και τον ίδιο στον άτυπο ρόλο του ενορχηστρωτή. Η τρίτη ηχογράφηση αυτού του all star group έρχεται δύο χρόνια μετά το επιτυχημένο “” με τον Bill Dixon, και μάλλον αποτελεί την πιο μεστή κυκλοφορία του σχήματος και σίγουρα μια από τις κορυφαίες στιγμές της προοδευτικής jazz μέσα στο 2010. Η ποικιλία των οργάνων και η επιδεξιότητα των παικτών είναι δεδομένη, αλλά είναι η συνολική προσπάθεια για μια άψογο αποτέλεσμα, η αγάπη για την παράδοση της Free Jazz και η χαλαρή αρμονική μετάβαση από το ένα θέμα της ορχήστρας στο άλλο είναι που κάνει τους Exploding Stars να ακούγονται σαν ένα διηνεκές μουσικό ταξίδι σε ένα όμορφα άτονο σύμπαν - σαν συνεχείς θεαματικές εκρήξεις αστέρων όπως τους θέλει το όνομα τους και όχι σαν ένα ορυμαγδός από δήθεν avant jazz πειραματιστές. Όπως είναι φυσικό, το κοσμική αύρα του Sa Ra κυριαρχεί αισθητικά, με μια δόση από funky ρυθμική πλαστικότητα σε κάποια σημεία. Το αξιοπρόσεκτο με τον Mazurek ότι μέσα σε αυτή την πλούσια ηχητική πανδαισία βρίσκει χώρο για να προσθέσει και κάποια δικά του επεξεργασμένα προηχογραφημένα field recordings χωρίς να σπάει την συνοχή του ήχου, προσδίνοντας αυτή την μετά-μοντέρνα πινελιά που φέρνει, με μιας, την ορχήστρα στο επίκεντρο της νέας μουσικής του 21ου αιώνα. Ακούστε το έξω από την πόλη, την νύκτα και η πεφταστέρια θα βρει την δικής μουσική της συντροφιά.

((E A R)) ((E Y E))

CABOLADIES – “LIVE ANYWHERE” (2010)

H περίπτωση των Caboladies μοιάζει τυπική. Ένα ακόμη hypnagogic drone σχήμα που κάνει καλή μουσική για το είδος αλλά δεν έχει τον εμβληματικό ήχο του Ferraro, την έφεση σε πιο εύκολες μελωδίες του Oneohtrix Point Never, την αισθητική τελειότητα των Outer Limits Recordings, τις φοβερές αρμονικές του Pete Swanson. Οι Chris Bush και Eric Lanham από το Chicago που απαρτίζουν τους Caboladies μοιάζουν να ενδιαφέρονται μόνο για την μουσική τους και όχι για το όλο «πακέτο» ιδιαίτερα, καθώς τα εξώφυλλα των LP τους είναι μάλλον αδιάφορα και τα κομμάτια που γράφουν δεν έχουν καν τίτλους. Το “Live Anywhere” είναι μια ζωντανή ηχογράφηση στον WHPK 88.5 FM του Chicago στην αρχές του 2010. Τώρα, ποια σημεία ήταν ζωντανά και αυτοσχεδιασμένα και ποια ήταν προηχογραφημένα δυστυχώς με αυτό το είδος της συνθετικής / ηλεκτρονικής μουσικής ποτέ δεν μπορείς να ξέρεις. Καταφεύγουμε λοιπόν στην ελληνική ποδοσφαιρική λογική και λέμε ότι θα κρίνουμε εκ του αποτελέσματος. Και πράγματι, το LP αυτό είναι ένα πολύ ευχάριστο άκουσμα που ξεκινά με ένα πολύ ευκίνητο bleepy κομμάτι που θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι σχεδόν IDM στην ρομποτική σπαστικότητα του, συνεχίζει με περισσότερα πολυχρωματικά hypnagogic techno τερτίπια στα επόμενα κομμάτια και κλίνει με ένα διαλογιστικό drone outro. Όλα σοφά μελετημένα, λοιπόν, από τους Caboladies που ξέρουν, τελικά, να φτιάχνουν αρκούντος εξωγήινα synth new age ηχοτόπια.

((E A R)) ((E Y E))

Δευτέρα 22 Νοεμβρίου 2010

KEIJO & JARMO - "TALKIN BOUT DEATH PAST GONE" (2010)

Λίγες είναι οι πληροφορίες που μπόρεσα να συλλέξω για αυτό το cd-r από την ikuisuus. Πρόκειται για ένα duo, του πιο γνωστού τραγουδοποιού Keijo και του πιο άγνωστου Jarmo, που μέσα σε 10 κομμάτια ξεδιπλώνουν την αγάπη τους για την παραδοσιακή Αμερικάνικη μουσική, τις απλές και συναισθηματικές μπαλάντες της country και των blues, των άμεσων και λιτών μελωδιών στο banjo και στη κιθάρα. Αν και προέρχονται από τη Φιλανδία, εν ολίγοις δεν έχουν ουδεμία σχέση με την Αμερικάνικη κουλτούρα, προσπαθούν – και σε μεγάλο βαθμό τα καταφέρνουν – να δώσουν αυτή τη νωχελική, ήρεμη και μελαγχολική ατμόσφαιρα που διατρέχει την Αμερικάνικη έκταση. Με τα κάπως σπασμένα αγγλικά τους, με τα ξεκούρδιστα όργανα τους, με τα κρουστά να βγάζουν ένα ήχο λες και είναι βουτηγμένα στη λάσπη και με μία φυσαρμόνικα να κάνει κατά τόπους την κλαψιάρικη εμφάνιση της, οι Keijo και Jarmo δομούν μακροσκελή τραγούδια με τις μελωδικές γραμμές να χάνονται μέσα σε αρπίσματα και slide πάνω στα έγχορδα, τραγουδούν κάπου στο βάθος με ψίθυρους και μουρμουρητά, απλώνουν τις συνθέσεις με μία αυτοσχεδιαστή διάθεση και τελικά δημιουργούν μία ηχητική απεικόνιση των νότιων πολιτειών της Αμερικής. Η αλήθεια είναι ότι με δυσκολία πιάνω μόλις κάποιες από τις λέξεις που περιέχουν οι στίχοι τους (τα αγγλικά τους πρέπει να είναι χειρότερα και από τα ελληνικά μου) και είναι επίσης αλήθεια ότι το περίπου μονότονο ύφος αυτής της κυκλοφορίας μπορεί να κουράσει μερικούς, όμως στο σύνολο του το βρίσκω ιδιαιτέρως ικανοποιητικό και ατμοσφαιρικό, εσωστρεφές, απλό και ειλικρινές.

((E A R))
((E Y E))

Κυριακή 21 Νοεμβρίου 2010

SUZANNE LANGILLE & NEEL MURGAI – “WILD AND FOOLISH HEART” (2010)

Eίχα να ακούσω κάτι από τα σταθερά χείλη της Suzanne Langille από το ζοφερά blues του “Let The Darkness Fall” με τον άντρα της, τον ιδιοσυγκρασιακό κιθαρίστα Loren Connors, πίσω στο 1998. Και είναι κρίμα για αυτήν την τόσο αποσπασματική δισκογραφία της Langille, αφού διαθέτει μια καλά κρυμμένη αλλά πολύ εκφραστική φωνή. Στο υπό συζήτηση νέο LP “Wild and Foolish Heart” οι κανόνες του παιχνιδιού έχουν αλλάξει δραστικά από την εποχή των fuzzy solos και θαμπών ηχογραφήσεων με τον Connors, αφού ο νέος συνεργάτης είναι ό ινδός Neel Murgai με την κλασσική παιδία στην χρήση του παραδοσιακού κρουστού ταμπούρα. Έτσι, λοιπόν, κυλά μουσικά το άλμπουμ, σχεδόν μέχρι το τέλος του, με τα αυστηρά και λιτά χτυπήματα του Murgai, καθώς και κάποια συμπληρωματικά όργανα όπως είναι το ντέφι και (πολύ διακριτικά) το σιτάρ. Πάνω σε αυτό το απρόσμενα εξωτικό ηχητικό πεδίο, η Langille, βέβαια, κάνει αυτό που γνωρίζει καλύτερα : τραγουδά με αργό αλλά παθιασμένο τρόπο τα δικά της ιδιόρρυθμα blues. Και ο αυτός παράξενος συνδυασμός ινδικής raga / σκληρού αστικού θηλυκού blues πετυχαίνει απόλυτα λόγω της σοβαρής αλλά μη ακαδημαϊκής προσέγγισης του Murgai και φυσικά λόγω της ισορροπημένης δραματικώς εκφοράς των στίχων της φανερά καψαλισμένης από τα ανθρώπινα πάθη Langille. Mαλίστα, στο παρόν άλμπουμ, μακριά, αρχικά, από τα πρωταγωνιστικά αρπίσματα του Connors, η φωνή της λάμπει αυτόφωτη και αν και κάπως αδύναμη σε ένταση καταφέρνει να συγκινήσει τόσο στα γεμάτα γρέζι χαμηλά που φέρουν την όλη σκληρή γοητεία της Thalia Zedek, όσο και όταν προσπαθεί να λυτρωτικά ανέβει οκτάβες। Συνολικά, ο τρόπος που αντιμετωπίζει τόσο γνωστό υλικό (διασκευάζει Cohen, μια παραδοσιακή βρετανική folk μπαλάντα, και το 60s “White Rabbit”) , αλλά και τις δικές τις συνθέσεις ( εμμονή το “Strong And Foolish Heart” ) έχουν κάτι από θερμό σκοτάδι των προσφάτων στοιχειωμένων διασκευών που επιχειρεί η αγαπημένη Diamanda Galas, πλην τις ακραίες κορυφώσεις. Από την άλλη, έκπληξη αποτελεί ο τρόπος που κλείνει το άλμπουμ με μία ξεχασμένη ηχογράφηση των Haunted House, το improv-blues σχήμα των Langille / Murgai με τον Connors και τον Andrew Burnes των San Agustin. ¨Ένα πολύ οργανικό, καυτό blues κομμάτι με τις κιθάρες να ζωγραφίζουν που σου ανοίγει την όρεξη και για άλλα από δαύτους. Άκυρο φινάλε, αλλά γουστάραμε! .

((E A R)) ((E Y E))

Δευτέρα 15 Νοεμβρίου 2010

EXPRESSWAY YO-YO DIETING – “BUBBLETHUG” (2010)

Προσωπικά, δεν βρήκα κάτι το ενδιαφέρον στην ambient βαγκνερικό ρομαντισμό με επικάλυψη drone θορύβου που μας σέρβιρε ο Pet Maherr στο παλιό του project Indignant Senility, αλλά στη νέα του δουλειά με έξυπνο ψευδώνυμο με ξάφνιασε ευχάριστα. Ως πρώτη ύλη για τα αργόσυρτα, κλειστοφοβικά post-industrial illbient κομμάτια που φτιάχνει ο Maherr, χρησιμοποιεί αποκλειστικά λούπες από mainstream hip-hop hits. Βέβαια, η επεξεργασία που υπόκεινται αυτά στα χέρια του είναι τόσο ολοκληρωτική που φυσικά είναι αδύνατον να καταλάβεις από πού προήλθε τι κτλ. Το βαρύγδουπο βαθύ μπάσο, τα παχιά βαριά beats, το αυθάδη gangsta φωνητικά, τα λαμπερά σύνθια που συναντάμε στο hip-hop έχουν πετσοκοπεί σε πολύ λεπτές ήχο-φέτες, συμπιεστεί με reverb dub τεχνικές , τεντωθεί ως τα άκρα με το pitching , σμπαραλιαστεί μαζί άλλους πιο αλλόκοτους θορύβους, και τελικά απολέσει όλο το πλαδαρό μάτσο λίπος τους. Το τελικό αποτέλεσμα είναι ένα μεταλλαγμένο σκοτεινό και πολύ σύγχρονο άλμπουμ που αν και έχει ως αφετηρία τα τεμαχισμένο rap του Dj Screw, είναι πολύ κοντά στα χιουμοριστικό no-fi εκτόπλασμα του James Ferraro, στο θολό post-hip hop ήχο των Hype Williams όσο και στη φιλήδονη ναρκωτική avant electronica των Excepter στο πρόσφατο “Presidence” . Η τελευταία λέξη της μόδας, δηλαδή, σε αυτόν τον ήχο. Κοπιάστε…

((E A R)) ((E Y E))

Σάββατο 13 Νοεμβρίου 2010

HAYVANLAR ALEMI - "GUARANA SUPERPOWER" (2010)

Η φήμη που κυκλοφορεί, γενικά, είναι ότι στη Τουρκία το μοναδικό μέρος που μπορείς να σταθείς, που οι άνθρωποι δεν είναι τόσο συντηρητικοί και κολλημένοι, που δε νιώθεις τόσο έντονο το θρησκευτικό στοιχείο και το περίπου στρατιωτικό κράτος, είναι η Κωνσταντινούπολη (ή μάλλον Ινσταμπούλ, όπως λέγεται εδώ και αιώνες). Αυτό χονδρικά αποδεικνύεται και από τη μουσική, μιας και η μοναδική γνωστή – σε μένα τουλάχιστον – σκηνή της χώρας είναι αυτή της «πιο ευρωπαϊκής πόλης» των γειτόνων και από εκεί και πέρα το χάος. Έλα όμως που τελικά δεν είναι ακριβώς έτσι. Οι Hayvanlar Alemi (υποθέτω η πρώτη λέξη έχει σαν συνθετικό το hayvan, το κατά την εδώ πλευρά του αιγαίου χαϊβάνι) μας έρχονται από την πρωτεύουσα της Τουρκίας, την Άγκυρα, για την οποία λίγα πράγματα φτάνουν μέχρι τα αυτιά μας. Η μπάντα αυτή, που ηχογραφεί για πάνω από 10 χρόνια (από το 1999) έβγαλε το πρώτο της album, ή τουλάχιστον το πρώτο της album εκτός συνόρων, φέτος και φυσικά από την Sublime Frequencies. Το Guarana Superpower, είναι δυναμικό, ανατολίτικο, ρυθμικό, με στοιχεία krautrock, tuareg, garage. Σαφώς υπάρχει κάτι το παλιομοδίτικο, κάτι από τη καθαριστική ψυχεδέλεια των 70’s, κάτι από τα ψυχεδελικά 60’s της μέσης ανατολής, κάτι από το post-punk των 80’s,κάτι απ’ όλα αυτά που οι Hayvanlar Alemi καταφέρνουν και το δένουν με το δικό τους τρόπο, τα κομμάτια τους, όλα instrumental παρεμπιπτόντως, έχουν αμεσότητα και μια εσωτερική δύναμη, με το τελικό αποτέλεσμα του ήχου τους να μην είναι μια αντιγραφή άλλων εποχών, αλλά μια σύγχρονη παρουσίαση τους, δοσμένη μέσα από το ηχητικό πρίσμα μιας μπάντας, ολίγον αποκλεισμένης από τον έξω κόσμο στη Τουρκική πρωτεύουσα και ταυτόχρονα βαθιά επηρεασμένης από τη μουσική παράδοση του τόπου τους, την πιο παλιά και την πιο πρόσφατη. Ακριβώς δηλαδή ότι δεν γίνεται στους ταλαντούχους μουσικούς της δικής μας πρωτεύουσας. Ο δίσκος κυλάει εύκολα και έχει την απαιτούμενη συνοχή, με κομμάτια δυναμίτες σαν το αρκετά κολληματικό και επιθετικό Bahar Patlatan, ή το περίπου αφρικάνικο Stamina και το πιο ήρεμο και εγκεφαλικό Guarana Superpower . Με κάπως αυστηρά κριτήρια κρατώ μόνο σαν παρατήρηση τη μικρή πτώση στα δύο τελευταία κομμάτια – μα σε γενικές γραμμές το album είναι κάτι περισσότερο από αξιοπρόσεκτο. Εν είδει υποσημείωσης δεν μπορώ να μην αναφερθώ στην κορυφαία, άκρως ηλεκτρισμένη και απολαυστική, διασκευή του lambada.

((E A R))
((E Y E))

Τετάρτη 10 Νοεμβρίου 2010

AMBARCHI / FENNESZ / PIMMON / REHBERG / ROWE - “AFTERNOON TEA” (2009)

Σπάνια βλέπουμε επανεκδόσεις παλαιότερων άλμπουμ από το χώρο της αυτοσχεδιαστικής μουσικής. Αντίθετα, με το σύνολο της rock / pop / metal κτλ μουσικής ιστορίας υποτίθεται ότι ο αυτοσχεδιασμός δεν κοιτά ποτέ προς τα πίσω και τέλος πάντων καταπιάνεται πάντοτε με το παρόν και το μέλλον. Η έννοια του «ντοκουμέντου» είναι θεωρητικά σχετική σε αυτό το είδος μουσικής. Παρόλα αυτά, η επανακυκλοφορία με έξτρα υλικό του ηχογραφημένου στην Μελβούρνη “Afternoon Tea”, μπορεί να ξεφύγει από το κατηγορών των πιουρίστων του improv με την δικαιολογία ότι η πρώτη έκδοση του πίσω στο 2000 ήταν σε 50 κόπιες μόλις, οπότε ελάχιστοι ήταν αυτοί που το άκουσαν. Όπως κι αν έχει η ποιότητα της μουσικής είναι αυτή που μετρά και στην περίπτωση αυτή πραγματικά ξεχειλίζει. Ηχογραφημένοι λίγες μέρες μετά την αλλαγή της χιλιετίας, οι μακροσκελείς αυτοσχεδιασμοί που εμπεριέχονται εδώ συνοψίζουν την κύρια κατεύθυνση της improv διεθνούς σκηνής την τελευταία δεκαετία : αφαιρετική, αναγωγική και άκρως ηλεκτρονική (όσον αφορά στην ηχητική πηγή). Οι Ambarchi και Rowe (πρώην ΑΜΜ) χειρίζονται με το δικό του τρόπο την «ξαπλωτή» κιθάρα και οι μάστορες των PowerBooks Fennezs, Gough (ή Pimmon) και Rehberg ( ή Pita) δημιουργούν μια σειρά από πανέμορφους ηλεκτρονικούς ήχους. Αν και καθένας τους είναι από τα σπουδαία ονόματα του χώρου δεν παρασύρονται σε μια φασαριόζικη maximal επίθεση, αλλά πιστοί στις βασικές αρχές του Reductionism αρκούνται σε μικρές καίριες επεμβάσεις στο ηχητικό πεδίο όταν κρίνουν ότι θα πουν κάτι ουσιαστικό. Δεν θέλω να κουράσω άλλο περιγράφοντας κάθε κομμάτι ξεχωριστά, ο καλός αυτοσχεδιασμός είναι μία μουσική ροή, μια σειρά από ήχους – σκέψεις που δύσκολα καλουπώνονται. Θα πω μόνο πως στο εναρκτήριο κομμάτι (πρώτος αυτοσχεδιασμός) είναι συγκλονιστικός ο τρόπος που οι μουσικοί σταδιακά μέσα από πολύ απλές μουσικές φράσεις μπορούν να φθάσουν στο τόσο ερεβώδες drone noise κρεσέντο μετά από 10 λεπτά. Και επίσης ακούγοντας την φανταστική ποικιλία στην υφή των ηλεκτρονικών μπλιμπλικιών συνειδητοποιώ ότι τα laptops / PowerBooks θα πρέπει να αναπαύονται στα γονατάκια λίγων αυτοσχεδιαστών. Αυτών που ξέρουν να εξάπτουν τη φαντασία.

((E A R)) ((E Y E))

Κυριακή 7 Νοεμβρίου 2010

MASTER MUSICIANS OF BUKKAKE - "ELOGIA DE LA SOMBRA" (2010)

Οι Master Musicians Of Bukkake (η αυτολογοκρισία δεν μου επιτρέπει να μεταφράσω τι ακριβώς σημαίνει το όνομα αυτής της μπάντας) είναι μια μουσική κολεκτίβα από το Seattle με ρίζες που φτάνουν στους Sun City Girls, στους Earth, κτλ. Έχουν κατά καιρούς κυκλοφορήσει διάφορους αξιόλογους δίσκους (εκκρεμεί ακόμη το τρίτο μέρος της σειράς Totem, που σύμφωνα με τους ιδίους παντρεύει τη metal με το folk) και μουσικά κινούνται σε ένα αρκετά ευρύ φάσμα, από την drone-folk, τη ψυχεδέλεια, το kraut, το ambient, τη metal. Όπως είναι λογικό λοιπόν κάθε νέο τους πόνημα αποτελεί και μία μικρή έκπληξη για το φιλόμουσο (με μούσια ή χωρίς) κοινό μιας και ο ήχος τους ποτέ δεν κατακάθεται σε ένα συγκεκριμένο ύφος. Σε αυτή τη κυκλοφορία από την Latitudes, οι Master Musicians Of Bukkake μας παραδίδουν 2 μεγάλης διάρκειας κομμάτια. Ο αυτοσχεδιασμός κυριαρχεί εδώ ή έστω, το ασταμάτητο τζαμάρισμα που οδηγεί σε δύο εντελώς, μα εντελώς, διαφορετικής αισθητικής κατευθύνσεις. Έτσι λοιπόν, στην αρχή (στο Tainted Phenomena) έχουμε ένα αργόσυρτο drone κομμάτι, που σταδιακά γεμίζει με folk στοιχεία, με μελωδίες που γίνονται ολοένα και πιο ζωντανές και πιο άμεσες και μεταλλάζουν τον ήχο σε ένα psych-folk ανεμοστρόβιλο, με ανατολίτικες επιρροές και μυστικιστική ατμόσφαιρα, που αν σου αρέσει λίγο αυτός ο ήχος, σε συναρπάσει. Έπειτα (στο Elogia De La Sombra, που έχει δανειστεί το τίτλο του από ένα ποίημα του Borges) νιώθεις έντονα τη διάθεση να σηκωθείς και να κοπανίσεις το cd player, βέβαιος πως από μόνο του άλλαξε το cd και αποφάσισε να παίξει Neu! Η αλήθεια είναι πως το cd player δεν έχει χαλάσει (ακόμη), απλώς οι Master Musicians Of Bukkake θέλησαν να παίξουν κάτι διαφορετικό και να δώσουν τα ρέστα τους στη Kraut-rock χτίζοντας πάνω σε ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο ένα μουσικό ψηφιδωτό γεμάτο ενέργεια, ρυθμό και ένταση, δυνατό και λίγο παλιομοδίτικο, που σε αναγκάζει να συντονιστείς μαζί του. Από την ανατολή στη δύση και πάλι πίσω λοιπόν, αυτή η κολεκτίβα τα καταφέρνει μια χαρά να ακούγεται σαν τις καλύτερες επιλογές σε μια συλλογή ενός ψυχεδελά συλλέκτη δίσκων.

((E A R))
((E Y E))