Σάββατο 27 Απριλίου 2013

MICAH BLUE SMALDONE - "THE RING OF THE RISE" (2013)

Αυτό είναι το πρώτο album του κ. Micah Blue Smaldone, την τελευταία πενταετία. Το προηγούμενο του (The Red River) δεν με είχε ενθουσιάσει, ενώ αντίθετα, μου άρεσαν αρκετά η συμμετοχή του με την διασκευή “Mortissa“ στη συλλογή “Open Strings“ της Honest Jones πριν από μερικά χρόνια, όπως και τα κομμάτια του στο περσινό split δωδεκάιντσο με τους Big Blood.
Στα περισσότερα κομμάτια του “The Ring Οf The Rise” ο Αμερικανός κιθαρίστας συνοδεύεται από κανονική μπάντα, κάτι που δίνει ένα πλούσιο ήχο στις παλιομοδίτικες συνθέσεις. Θα μπορούσα να αναφέρω ένα κάρο επιρροές, κάποιες σαν τον Neil Young ιδιαιτέρως πρόδηλες και κάποιες όχι – στον ήχο που έχει ο Micah Blue Smaldone και ένα κάρο δίσκους που έχουν την ίδια ατμόσφαιρα με το “The Ring Οf The Rise” – το βρίσκω όμως εντελώς περιττό. Τα κομμάτια ακολουθούν μια αργόσυρτη εξέλιξη, οι μελωδίες είναι αρκετά νωχελικές και όπως είναι προφανές, εμποτισμένες με την Americana πολλών δεκαετιών – λίγο finger picking, λίγα echoes, λίγα reverbs, τα «άγια» τέσσερα τέταρτα. Το αποτέλεσμα είναι τόσο ζεστό και καλοδουλεμένο που θα μπορούσε να είχε ηχογραφηθεί οποιαδήποτε στιγμή από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 μέχρι σήμερα. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι ο Micah Smaldone απλώς αντιγράφει ή αναπαράγει. Καταφέρνει να έχει ένα δικό του ύφος και οι συνθέσεις τους μια δικιά τους χροιά. Είναι ίσως η φωνή του που του δίνει αυτό το προνόμιο, τρεμουλιαστή, ήρεμη και διαπεραστική, ή ίσως η εμμονή του στα επαναλαμβανόμενα μοτίβα, που δίνουν στα κομμάτια μια έντονη blues απόχρωση, ή ίσως η ποπ-ροκ αίσθηση που βγάζουν τα πιο ηλεκτρικά σημεία, με την πολυδιάστατη ενορχήστρωση τους.
Ναι, εντάξει, δεν είναι δα και κάτι που ακούμε για πρώτη φορά, θα πείτε και δεν θα διαφωνήσω. Σε όσους όμως αρέσει αυτού του είδους η μουσική, αυτός ο δίσκος τα έχει όλα – ωραίες μελωδίες, μια πραγματικά καλή φωνή, μια ζεστή και γλυκιά ατμόσφαιρα, μια αξιοπρόσεκτη αμεσότητα.

((E A R))
((E Y E))

Πέμπτη 4 Απριλίου 2013

THE INVISIBLE HANDS - "THE INVISIBLE HANDS (DELUXE VERSION)" (2013)

Ο κ. Alan Bishop, δείχνει να περνάει μία τρίτη εφηβεία – μετά την πρώτη με τους θρυλικούς Sun City Girls οι οποίοι ανακάλυψαν νέα και ιδιότυπα μέρη στη πειραματική μουσική και την δεύτερη σαν συνιδρυτής και, ακόμη και σήμερα, συνυπεύθυνος της Sublime Frequencies, της εταιρίας που μέσες-άκρες άλλαξε στους δυτικούς την άποψη περί του τι ακριβώς είναι η μουσική όλων αυτών των λαών ανατολικότερα και νοτιότερα της Ευρώπης. Ο μουσικός που άνετα θα μπορούσε να είναι πράκτορας της CIA, κατάσκοπος της Al-Qaeda, υψηλόβαθμος υπάλληλος του διπλωματικού σώματος της Β. Κορέας (;) σε αυτή τη νέα εφηβεία βρίσκει στέγη στο χαοτικό Κάιρο, όπου με ντόπιους μουσικούς επαναπροσδιορίζει κάποιες παλιές του συνθέσεις με τρόπο εντελώς διαφορετικό από τους SCG ή τις προσωπικές ηχογραφήσεις σαν Alvarius B – για την ακρίβεια μόνο οι στίχοι θυμίζουν κάτι από εκείνη την πρώτη εφηβεία – στίχοι που είναι αρκετά αλλόκοτοι στην αγγλική τους εκδοχή, πόσο μάλλον στην αραβική τους βερσιόν, που αν και δεν ξέρω γρι αραβικά, υποθέτω ότι θα ακούγονται περίπου εξωπραγματικοί. Και αυτό είναι και το μοναδικό – και καθόλου αμελητέο – πείραμα του δίσκου: η ταυτόχρονη κυκλοφορία των ίδιων κομματιών στα αραβικά και στα αγγλικά. Εντάξει, τέρμα με την θεωρία, ας πάμε στην πράξη…
Με όλες αυτές τις πληροφορίες, είναι δύσκολο να κρίνεις τον δίσκο μόνο και μόνο για τη μουσική που περιέχει. Αν δεν ήταν του κ. Bishop, αν δεν έβγαινε δίγλωσσος και αν ήταν η πρώτη κυκλοφορία από μία άγνωστη μπάντα, θα μπορούσε να πει κάποιος ότι είναι κορυφαίος; Δύσκολο ερώτημα. Δύσκολο γιατί πρώτον δεν μπορείς να απομονώσεις την μουσική από όλα τα υπόλοιπα, δεν έχει και νόημα άλλωστε και δεύτερον διότι ο δίσκος είναι πράγματι ενδιαφέρων. Υπάρχουν σημεία, για παράδειγμα, που η αραβική μουσική δένει άψογα με τις δυτικότροπες μελωδίες, ή υπάρχουν μερικά δυνατά σημεία που η μπάντα λειτουργεί με εντυπωσιακή συνοχή, σαν να παίζουν μαζί δεκαετίες. Η εξέλιξη των κομματιών περνάει από διάφορα είδη – από 60’s ψυχεδέλεια μέχρι σχεδόν αραβικούς αμανέδες, είδη που ανακατεύει δίχως το αποτέλεσμα να είναι δύστροπο ή πολύπλοκο – και μοιάζει να σε περιμένει συνεχώς στη γωνία για να σε εκπλήξει. Τα κομμάτια στα οποία ροκάρουν οι Invisible Hands είναι άκρως ξεσηκωτικά και ακόμη και η παραγωγή είναι εντυπωσιακά ζωντανή και πολυεπίπεδη. Πρόκειται για ένα ποπ-ροκ υβρίδιο, σχεδόν ανέμελο, σχεδόν παλιομοδίτικο και ιδιαιτέρως ζεστό με την πλούσια ενορχήστρωση του και ταυτόχρονα άκρως καυστικό και επιθετικό στους στίχους – σε τελική ανάλυση είναι από τους δίσκους που σε προκαλούνε να τους ακούσεις ξανά και ξανά, δίχως να σε κουράζει, να πλατειάζει ή να σε μπερδεύει.
Τελικά, έχω την υποψία πως ο κ. Alan Bishop, σε όλα τα μυστήρια ταξίδια που έχει κάνει ανά τον κόσμο έχει βρει κάπου κάποιο μαγικό μαντζούνι που τον κάνει να αναγεννιέται συνεχώς και να περνάει κάθε τρεις και λίγο από την εφηβεία. Τι να πω; Άντε και στην τέταρτη…

((E A R))
((E Y E))

Τετάρτη 3 Απριλίου 2013

JON BROOKS - "SHAPWICK" (2013)

Μπορεί το όνομα Jon Brooks να μην σας λέει τίποτα, πιθανότατα όμως να γνωρίζεται τους Advisory Circle και την εταιρία Ghost Box – για τα οποία είναι κατά κύριο λόγο υπεύθυνος ο εν λόγω βρετανός. Το συγκεκριμένο album, που αρχικά είχε βγει σε μόλις 110 cd, εξαντλήθηκε και επανακυκλοφόρησε σε δίσκο, 500 κόπιες αυτή τη φορά και φυσικά εξαντλήθηκε ξανά. Γεννήθηκε σαν ιδέα όταν, κόβοντας δρόμο από την κίνηση ένα βράδυ, ο Brooks βρέθηκε στο χωρίο Shapwick και σε δρόμους δίχως φωτισμό, μέσα σε ένα δασώδες τοπίο, όλίγον άγριο, που του προκάλεσε μια περίεργη αίσθηση. Αυτή την αίσθηση προσπάθησε να αποτυπώσει στα κομμάτια του δίσκου – και το αποτέλεσμα, μέσα από διάφορα field recordings, ημιτελείς μελωδίες, αλλεπάλληλα drones και την γνωστή (από τους Advisory Circle) νοσταλγική ποπ, καταφέρνει σε μεγάλο βαθμό να χτίσει την κατάλληλη ατμόσφαιρα. Ατμόσφαιρα για νυχτερινή οδήγηση δηλαδή, κάπως ψυχεδελική, έντονα μυστηριώδη και στοιχειωμένη, ζεστή και ταυτόχρονα απόμακρη – ταιριαστή για τα ομιχλώδη τοπία της αγγλικής επαρχίας. Με άλλα λόγια το album ακροβατεί συνεχώς ανάμεσα στην κλασσική βρετανική φολκ, τον John Carpenter και τις ηχογραφήσεις του Radiophonic Workshop του BBC, μιας και τα κομμάτια είναι δομημένα είτε γύρω από επαναλαμβανόμενους ρετρό ηλεκτρονικούς ήχους, είτε γύρω από απλές μελωδίες στο πιάνο ή σε παλιομοδίτικα synth, είτε τέλος σε θέματα στην κιθάρα, με καθαρά βρετανική χροιά. Με αριστοτεχνικό τρόπο ο Brooks κατορθώνει να τα συνδέσει όλα αυτά, κυρίως με τους ήχους που συμπληρώνουν τις συνθέσεις (εμβόλιμα spoken words, field recordings και αέρινα drones) και ο δίσκος σε ρουφάει σιγά-σίγα στην νεφελώδη δίνη του.

((E A R))
((E Y E))