Αγόρασα τις προάλλες αυτό το LP, λίγο στα τυφλά, παρασυρόμενος από το ρετρό εξώφυλλο με την ελπίδα ότι πρόκειται μια σοβαρή συλλογή από παλιές ηχογραφήσεις ρεμπέτικου. Αμ δε! Πρόκειται για ένα από τα πάμπολλα project του κιθαρίστα των No Neck Blues Band, David C. Shuford, όπου βγάζει όλη την όμορφη τρέλα του για το ρεμπέτικο της κλασσικής περιόδου 1925 – 1940.Τωρα το ερώτημα είναι τι μπορεί να εμπνέουν σε ένα Αμερικανό λάτρη των σκληροτράχηλων blues και της φευγάτης psych folk ο πενιές του Βαμβακάρη; Φαίνεται, πως ο αγαπητός David έφαγε την ένεση βαθιά στην φλέβα, αφού από την άψογη τεχνική του στο μπουζούκι, τις εκτενείς μουσικολογικές αναφορές στο βιβλιαράκι που συνοδεύει το LP,αλλά και την συνολική αισθητική του “Arghiledes” καταλαβαίνεις ότι ο άνθρωπος πρέπει να πέρασε αμέτρητες ώρες χασίματος στα ρεμπέτικα.
Φυσικά, συνυπολογίζοντας το μουσικό παρελθόν του στις πιο πειραματικές παρυφές της folk, θα ήταν αδύνατον να μην παίξει λιγάκι με την φόρμα ή καλύτερα τους δρόμους του ρεμπέτικου, για να το φέρει πιο κοντά στην σύγχρονη free folk. Δεν είμαι σίγουρος ότι καταφέρνει κάτι τόσο ριζοσπαστικό με την ίδια επιτυχία σε κάθε στροφή του LP, αλλά τουλάχιστον έτσι ο δίσκος ακούγεται δέκα φορές πιο ενδιαφέρον από όλη την δισκογραφία του Θ.Παπακωνσταντίνου και του Μάλαμα μαζί. Για παράδειγμα, στα οργανικά “Μarcos Cave” και “Tsamiko Hizaj” που ανοίγουν κάθε πλευρά του LP οι στακάτες πενιές του David ντύνονται από περιστασιακούς βόμβους από tape delay και φαρφισα ενώ ένα σχεδόν αντι-πανηγυρικό παίξιμο στο τουμπερλέκι προσδίνει έναν μεγαλοπρεπή αλλά και εξωτικά σκοτεινό τόνο. Παραπέρα, η προσπάθεια του να τραγουδήσει στα ελληνικά με μέτρια προφορά τον “Συνάχη” του Βαμβακάρη, στα Made in Greece αυτιά μου ακούγεται συμπαθής αλλά στο : «γκιά σου Δαβίδ με το μπουτζούκι τσου» δεν άντεξα στο να μην σκάσω στα γέλια. Αντίθετα, κρίνω άκρως επιτυχημένο τoν σχεδόν jazz τρόπο με τον οποίο λοξοδρομούν από τις ανατολίτικες κλίμακες το μαντολίνο και το κοντραμπάσο στο αυτοσχεδιαστικό "Lost Dervish”, ενώ το ουσιαστικά psych folk “Harmanis” έχει όλη την θολούρα του παλιού ρεμπέτικου τεκέ με τα αμανέδικα φωνητικά να σε βυθίζουν ακόμα πιο βαθιά στο ψυχεδελικό χαρμάνι – ένα αριστουργηματικό κομμάτι, το κορυφαίο του δίσκου. Μετά από όλα αυτά τα δύο τελευταία κομμάτια του άλμπουμ είναι μάλλον εκτός κλίματος, αφού δεν περιλαμβάνουν καθόλου μπουζουκοειδή έγχορδα. Όχι, βέβαια, ότι με χάλασε η κατακλείδα με τον τρέμολο fuzz τόνο και την ανοικτή προσέγγιση στην πεντατονική κλίμακα που σε στέλνει κατευθείαν στο Red Cross του John Fahey.
Θα μπορούσα να κλείσω την παρουσίαση του Arghiledes με κάτι Αδωνικό του στυλ : «Να Κύριοι η δύναμη της ελληνικής παράδοσης. Ακόμη και ένας κουλτουριάρης μπίχλας από την Νεά Υόρκη με τα δικά μας ασχολείται», αλλά μάλλον προβληματίζομαι γιατί κανείς συμπατριώτης μου δεν θέλησε να παίξει με τόση φαντασία την παραδοσιακή φόρμα μέχρι σήμερα.
((E A R)) ((E Y E))
thanks for this!
ΑπάντησηΔιαγραφήΩραίο blog. Μπράβο. Οι Ναργιλέδες σούπερ, το ίδιο και οι Alvarius B
ΑπάντησηΔιαγραφήEυχαριστουμε! Stay Mental!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠαιδιά πολύ καλή δουλειά συγχαρητήρια.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜια λεπτομέρια....τουμπελέκι λέγεται όχι τουμπερλέκι.
Κώστας
Κωστα, έχεις δίκιο! put the blame on microsoft word!
ΑπάντησηΔιαγραφήαπό που αγόρασες τον δίσκο φίλε?υπάρχει σε κανένα δισκάδικο της αθήνας?
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπο το vinyl microstore.Νομίζω οτι πρέπει να το έχει ακόμη. Αν πας, πέστους οτι στο είπα εγώ για να πάρω την μίζα μου...
ΑπάντησηΔιαγραφήπου είναι το φαιλ, οεο?
ΑπάντησηΔιαγραφήΚι όμως. Υπάρχουν αρκετοί εντόπιοι που παιχνίδισαν με φαντασία πάνω στις παραδοσιακές φόρμες. Αναφέρω ενδεικτικά τον Μπάμπη Παπαδόπουλο, το σχετικό πρότζεκτ του Μιχάλη Κατάχανα (που πρόκειται και να κυκλοφορήσει σύντομα), τη σύμπραξη Γιάννη Κυριακίδη και Andy Moor, ακόμα και τους Ρεμπετέητορς (στους οποίους συμμετείχα ταπεινά). Επίσης υπάρχουν ψήγματα και στιγμές σε δουλειές ή συναυλίες -από noise/electroacoustic artists (κυρίως συναυλιακά) μέχρι τους Mode Plagal και τους Muhabbet Mafia -αλλά και του μέλους τους Κλέωνα Αντωνίου προσωπικά. Not to mention παλιές καλές ψυχεδελικές φάσεις κι αφασίες των ντόπιων ηλεκτρικών γκρουπ των 70'ς.
ΑπάντησηΔιαγραφή