Πιτσιρικάς ήμουν κλασσική περίπτωση πωρωμένου μεταλλά. Μακρύ μαλλί, Σάββατο πρωί στο Rock City για CD και κασέτες και το βράδυ καμιά συναυλία. Ο
heavy metal ήχος είναι πάντα μέσα μου, αλλά η πουριτανική ατολμία των κύριων εκφραστών του (από τα αναμασήματα των Νevermore έως την βαρετή γεροντοthrashίλα των Slayer και την κολλημένη νορβηγική blackmetal σκηνη) με έχει κάνει να απομακρυνθώ προς άλλα πιο ενδιαφέροντα ακούσματα। Κάθε χρονιά, όμως, έτσι για το καλό, σκανάρω λίστες με τις καλύτερες κυκλοφορίες της χρονιάς μπας και βρω τίποτα ατσαλένια διαμάντια στην μεγάλη μεταλλική χωματερή. Ε, φυσικά, στην εποχή των blogs, όποιος ψάχνει (εύκολα) βρίσκει. Ιδού, λοιπόν, 13 δισκάκια που αξίζουν, κατά την γνώμη, έστω και μία αυτιά για δεις που βρίσκεται ο καινοτόμος,
post-metal πια, ήχος εν έτει 2010. Ξεκαθαρίζω ότι το “
Bellus” και το “
Golden Shroud” είναι για μένα υπεράνω όλων…
Για αρχή, ας πιάσουμε την περίπτωση των σκληροτράχηλων blackmetallers
Ash Pool από την Nέα Υόρκη. Ουσιαστικά, προσωπικό project του
Dominick Fernow , γνωστός από του noise freaks
Prurient. Εδώ, μιλάμε για κατά μέτωπο blackmetal επίθεση με σιδηροδρομικό riffing, ύπουλες εναλλαγές στα φωνητικά, κατάμαυρη ατμόσφαιρα, χειρουργική εκτέλεση χωρίς intellectual ανησυχίες. Ο Fernow μοιάζει να τρελαίνεται για το μαυρομεταλλικό του alter ego και γι αυτό η πώρωση ξεχειλίζει σε κάθε απαστράπτων ξέσπασμα μέσα στο ηχητικό σκοτάδι. Από τις καλύτερες
Old school black metal κυκλοφορίες της περσινής χρονιάς .
((For Which He Plies...)) ((Ash Pool))
Σε πιο ιδιαίτερο black metal ύφος, το αριστουργηματικό άλμπουμ των καναδών Akitsa. Ο Minimal ξερός ήχος, η σχεδόν industrial μονοτονία στους ρυθμούς, οι αγκαθωτές κιθάρες τα εκφραστικότατα φωνητικά δημιουργούν μια πολύ πειστική μισάνθρωπη μουσική άποψη. Παράλληλα, ότι χάνουν σε τεχνική αρτιότητα , το κερδίζουν με το χύμα αυθορμητισμό που βγαίνει σε κάθε κομμάτι, με αποτέλεσμα το κάθε ένα να βρίσκει τελικά το δικό του σκοτεινό πεπρωμένο, από burzumικο black metal στο “Les Sentilles” εως σε κάτι που μοιάζει με τους Brainbombs να διασκευάζουν Αντίδραση στο “Loyauti”. H πλέον γοητευτικά απόκοσμη στιγμή έρχεται στο τέλος με την καφρυλοποίηση ενός ενδοσκοπικού ποιήματος του Albert Lozeau, με τον Nιant να τραγουδά σαν ένα ανίερο τέκνο του Tazartes πάνω από ένα παχύ στρώμα μαύρου κιθαριστικού feedback. Εύγε!
((Au Crepuscule)) ((Akitsa))
Για ακόμα πιο πειραματικό black metal αξίζει να ακούσει κανείς τους τελείως ιδιοσυγκρασιακούς αμερικάνους avant metallers Wrnlrd. Το πρόσφατο EP τους “Death Drive” όσες φορές κι αν το ακούσω άκρη δεν βγάζω. Μέσα σε 18 ολότελα σαπισμένα λεπτά, περνούν από noise black / death με άκυρες σφήνες από γλυκανάλατα σαξόφωνα σε μελό μελαγχολικές στιγμές με πιάνο και δήθεν δάκρυα. Πραγματικά, επιτίθενται σε ότι μουσικό είδος τους κατέβει στον ακούτραφα μέσα από το πρίσμα ενός κάφρου αμερικάνικου επαρχιώτη που κατά βάθος γουστάρει να ακούει Blind Lemon Jefferson παρά Emperor. Aυθεντικά επικίνδυνοι για τον metal πουριτανισμό, αλλά μάλλον ακατανόητοι για τους μη metal fan, οι Wrnlrd τραβούν ένα πολύ μοναχικό δρόμο.
((Death Drive)) ((Wrnlrd))
Mια κατηγορία από μόνοι τους είναι και οι αγαπημένοι νορβηγοί doom black metallers Furze. To “Necromanzee Cogent" του 2003 παραμένει η καλύτερη στιγμή του Woe J. Reaper, αλλά το περσινό “Reaper Subconscious Guide” έχει την δική του γοητεία. Εγκαταλείποντας οριστικά τα όποια επιθετικά black metal κατάλοιπα του παρελθόντος, ο ήχους βαλτώνει ευχάριστα μεταξύ του επιδραστικού αρχετυπικού evil doom των Black Sabbath και των βραδύκαυστων lo-fi πρώτο-black metal ανοσιουργημάτων των Hellhammer. Tα φωνητικά είναι ακόμα πιο καθαρά αλλά ταυτόχρονα γκροτέσκα και η παραγωγή στα λατρεμένα νορβηγικά τετρακαναλικά επίπεδα. Το κου-κου συστατικό του κατά βάση δύστροπου Furze ήχου είναι φυσικά η χρήση του, πλήρους αντι-μεταλλικού σε υφή, glockenspiel στα πιο καίρια σημεία των αβυσσαλέων σε διάρκεια συνθέσεων, προσθέτοντας τόνους cult-ίλας.
((Reaper)) ((Furze))
Στην άλλη πλευρά του doom ήχου βρίσκεται το “The Crystal World” των Locrian, το ποιοτικότερο από τα τρία άλμπουμ που κυκλοφόρησαν πέρσι, με τίτλο του παρμένο από το ομώνυμο βιβλίο του Ballard. O ήχος τους είναι ένα πολύπλοκο μίγμα prog rock καταβολών, doom ατμόσφαιρας, noise electronics παρεμβάσεων, απλωμένο πάνω σε ένα μυσταγωγικό drone rock υπόβαθρο. Εδώ, συμμετέχει και ο post – rocker Steven Hess (Pan American) στα drums, υψώνοντας ένα μονολιθικό Swans όγκο στο μπροστά στα δραματικά delays στις κιθάρες και τα ψιθυριστά φωνητικά. Η εξέλιξη των συνθέσεων, αν και γραμμική, καταφέρνει να ξεφύγει από τα post- rock κλισέ των Nadja φερ’ ειπείν, με τις σωστές τζούρες 70ς krautrock rock και τα, σχεδόν ψυχεδελικά, σύνθια. Κάτι, όμως, μου λέει η πραγματικά καλή τους στιγμή δεν έχει έρθει ακόμη.
((The Crystal World)) ((Locrian))
Αντίθετα, το project του
R. Loren (μέλος των post-rockers Pyramids),
Sailors With Wax Wings τον βρίσκει στην καλύτερη του στιγμή. Του πήρε τρία χρόνια για να μαζέψει τους 15 διαλεκτούς μουσικούς από την
metal και την
avant rock σκηνή που συμμετέχουν στο άλμπουμ και το κατάφερε χωρίς να χάνει το άλμπουμ την συνοχή του. Το αντίθετο, μάλιστα, η ροή των κατά βάση ατμοσφαιρικών, ονειρικών θα έλεγα,
shoegaze metal συνθέσεων είναι υποδειγματική, δημιουργώντας μια ελεγειακή post-metal σουίτα με folk μελωδίες να αναδύονται συχνά- πυκνά . Συνήθως, ο καθένας διακριμένος στο χώρου του παίκτης προσφέρει ένα μικρό δείγμα του ταλέντο του στον mastermind Loren και χάνεται υπό τις εντολές του μετά στην ωκεάνια απεραντοσύνη του συνολικού ήχου. Είναι σίγουρο σπουδαίο επίτευγμα από μόνο του να φέρεις κοντά τους πολύ διαφορετικούς μουσικούς κόσμους των
Ted Parsons (Swans/Godflesh/Prong),
Simon Scott (Slowdive),
Vern Rumsey (Unwound),
Hildur Gudnadottir (Múm),
Aaron Stainthorpe (My Dying Bride),
Jonas Rekse (Katatonia),
Marissa Nadler,
James Blackshaw και άλλων τόσων. Το ευχαρίστο για τον ακροατή είναι το άλμπουμ δεν χάνεται σε οργανοπαικτικούς παπαδερλισμούς, αλλά διατηρεί μια σταθερή μουσική πορεία που απευθύνεται προς την συναισθηματική πλευρά του μεταλλά. Υπάρχει και αυτή.
((Sailors - Album)) ((Sailors - Band))
Αν βεβαία, αυτό που ψάχνεις είναι ο αγνός
progressive παπαδερλισμός που εντυπωσιάζει με την τεχνική αρτιότητα του και δεν μυξοκλαίει για τις παλιές αγάπες, το φουτουριστικό
math metal έπος “Crush Depth” φτιάχτηκε για σένα. Σε ένα άκρως εγκεφαλικό παιχνίδι για λάτρεις των ηχητικών εκπλήξεων, η βρετανική prog rock ορχήστρα ενσωματώνει
funk, soul, disco, jazz, electro στοιχεία με φοβερή άνεση, χωρίς να φοβάται να ακουστεί σχεδόν σαν τσίρκο. Σε στιγμές ο ήχος τους παίρνει και μια αναπάντεχη
sexy διάσταση με τις ναζιάρικες ερμηνείες της Lola Olafisoye που σπάει την πολύ nerdίλα. Απολαύστε τους χωρίς ενοχές.
((Crush Depth))
((Chrome Hoof))
Παράλληλα, στο ίδιο εχτραβαγκάντ πνευματικό επίπεδο βρίσκονται και οι αγαπημένοι Φιλανδοί oτι-να-ναι metallers
Circle. To τελευταίο τους άλμπουμ “Rautatie” με έχει πραγματικά ξετρελάνει με τον μοναδικό τρόπο που πλέκει τα πάντοτε απολαυστικά
krautrock περάσματα τους και τις υπνωτικές
ψυχεδελικές καταδύσεις, με τα πωρωτικά
heavy metal ριφφς. Ο τραγουδιστής τους Mika αποτελεί ξεχωριστή ατραξιόν, με το ψευδό – οπερατικό του στυλ να τραβά τα πραγματα στα άκρα του kitsch, αλλά αυτή είναι και η ειδοποιός διαφορά τους . Οι ίδιοι λένε ότι παίζουν
Νew Wave Of Finnish Heavy Metal και πώς να διαφωνήσεις όταν ο ήχος τους παραμένει τόσο φρέσκος. Στο μυαλό μου τους έχω κοντά με τους την παλιοπαρέα των
Calamari Union του Kaurismaki. Αυθεντική φιλανδική εκκεντρικότητα δηλαδή..
((Rautatie)) ((Circle))
Επιστρέφοντας στον αγνό metal χώρο , ομολογώ ότι εντύπωση μου έκανε και το ντεμπούτο των νεαρών καναδών thrashers
Vektor. Εντάξει, από το εξώφυλλο και το όνομα του group ψυλλιάζεσαι oτι το
80s tech speed metal των θεών για μένα
Voivod θα είναι η προεξέχων επιρροή στον ήχο τους και όντως ο τραγουδιστής διαθέτη μια σχιζοφρενική παραλλαγή της τσιριχτής φωνής του
Schmier στο “Eternal Devastation” των
Destruction. Από την άλλη, είναι τρομερά δεμένοι, έχουν ένα ολοκληρωμένο όραμα για τον ήχο τους και τα διαξιφιστικά riffs που ξερνούν οι κιθάρες δημιουργούν ένα δαιδαλώδη thrash metal λαβύρινθο που μπορείς να χαθείς για ώρες. Άξιοι!
((Black Future)) ((Vektor))
Τελειώνοντας, να μην ξεχάσω να αναφέρω και την περίπτωση των νορβηγών Altaar με το περιορισμένο σε 66 κόπιες ντεμπούτο τους “ Dødsønske” . Μια κασέτα - μυστήριο που θα μπορούσε να έχει δημιουργηθεί από κάποιο new age drone θιασώτη που γουστάρει και λίγο dark ambient και ακούει πολύ black metal της πατρίδας του ή αντίστροφα από έναν black metaller που ανοίγεται σε hypnagogic ακούσματα. Οι κιθάρες έχουν τις ίδιε γιγάντιες διαστάσεις με αυτές των Sunno, τα κινηματογραφικά samples είναι πολύ ψαρωτικά, η ατμόσφαιρα παγωμένη και μουντή όσο ο νορβηγικός χειμώνας ενώ τα πάντα σκιάζονται από το ερεβώδες πέπλο της no - fi ηχογράφησης και των ψυχοδραστικών drones. Συνολικά, οι Αltaar προσδίνουν avant/ambient/black metal μια αληθινά νέα διάσταση και έχουν να δώσουν πολλά ακόμη σε αυτή τη μουσική. Άντε περιμένουμε την συνέχεια!
((Dodsonske)) ((Altaar))